« Πανάθεμά σε ξενιτιά»

ΘΕΟΔΩΡΑ Α. ΜΗΛΙΟΥ

Ο ξενιτεμός, ο αποχωρισμός της πατρίδας, της οικογένειας, η αναζήτηση καλύτερης τύχης και το καζάντεμα στην ξενιτιά είναι κομμάτι της μακρόχρονης ιστορίας του χωριού μας. Κάθε σπίτι είχε κι έναν στα ξένα, γιο, άντρα, ξάδερφο και πάντα περίμεναν τα νέα τους με τον κυρατζή που θα επέστρεφε στον τόπο. Αυτός εκόμιζεν εις την έρημον Σέλτσα γράμματα και χρήματα των ξενιτευμένων τέκνων της, και σπανιώτατα και κανένα εξ αυτών. Οι Ερατυρείς χιλιοτραγούδησαν τον καημό της ξενιτιάς στα νυχτέρια και τα πανηγύρια: « Πανάθεμα σε ξενιτιά με τα φαρμάκια πο χεις», «Ξενιτεμένο μου πουλί και παραπονεμένο», «Παρηγοριά έχ’ ο θάνατος και λησμοσύνη ο Χάρος κι ο ζωντανός ξεχωρισμός παρηγοριά δεν έχει», «Ανάθεμά σε Μπουγδανιά, Βλαχιά και Μπουκουρέστι πώ χεις ποτάμια απέραντα βουνά που δεν πατιούνται…”. όπως και τον καημό της επιστροφής στην πατρίδα. «Δώδεκα χρόνους έκαμα στην ξινιτιά χαμένος κι ύστερα από δώδεκα γυρίζω στην πατρίδα ». Η αγωνία για τα νέα του ξενιτεμένου άσπρισε τα μαλλιά των συγγενών και θόλωσε το βλέμμα από τις μάνες που αγνάντευαν τον κάμπο και τα γύρω βουνά μην τύχει και γυρίσει απροσδόκητα.

Η Εράτυρα αποχαιρέτησε γένιες και γενιές ανθρώπων, οι οποίοι αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη σε πόλεις της βαλκανικής. Το πρώτο κύμα μαζικής μετακίνησης ανθρώπων για την ξενιτιά αρχίζει από τις αρχές του 17ου αιώνα. Χρησιμοποιώντας τα καραβάνια των κυρατζήδων, που μετέφεραν προϊόντα της περιοχής, αναζητούσαν μια καλύτερη τύχη στις χώρες της Πρώην Γιουγκοσλαβίας, όπως τη Σερβία, στα ρουμανικά Πριγκιπάτα, τη Μολδαβία, τη Βλαχία, στη νότια Ρωσία, στη Κωνσταντινούπολη και στις χώρες της Μεσευρώπης. Αρχικά μετανάστευαν μόνο οι άρρενες και συνήθως σε ομάδες των 5 ως 10 ατόμων. Τα αρσενικά της οικογένειας αποδημούσαν αφού είχαν συμπληρώσει το 12ο έτος της ηλικίας τους και ακολουθούσαν άλλους Μακεδόνες που εγκατέλειπαν την πατρίδα τους. Στο δρόμο διάφορα άτομα χωρίζονταν από τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας και εγκαθίσταντο σε μέρη όπου πίστευαν ότι θα μπορούσαν να σταδιοδρομήσουν. Το φαινόμενο αυτό παρατηρούνταν ακόμη και ανάμεσα σε μέλη της ίδιας οικογένειας. Ο βαλκάνιος ερατυραίος πραματευτής κουβαλά στο δισάκι του τις πίτες της μάνας του και εικόνες από τα πανηγύρια και τα γλέντια στο χωριό. Άφηναν πίσω τις γυναίκες στην πατρίδα τους, ειδικά τον πρώτο καιρό, διότι πίστευαν πως η εγκατάστασή τους δεν θα ήταν μόνιμη και αργότερα ακολουθούσε η υπόλοιπη οικογένεια αφού ευδοκιμούσαν οικονομικά. Απόδειξη όλων των παραπάνω, οι περιπτώσεις ξενιτεμένων οικογενειών όπως της οικογένειας Κάτανου, η οποία διατηρούσε καταστήματα στην Κωνσταντινούπολη, της οικογένειας Κατσίκα στη Σερβία και Κωτούλα στην Ρουμανία. Οι ξενιτεμένοι βαλκάνιοι πραματευτές δεν ξεχνούσαν ποτέ την δροσόλουστη Σέλτσα. Απόδειξη της ευημερίας τους στα ξένα τα αρχοντικά με τις ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες και οι δωρεές στις εκκλησίες και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα του χωριού. Χαρακτηριστική εικόνα στα μάτια όλων μας οι δωρητές της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, τα αδέλφια Κρημηζά έμποροι υφασμάτων στα βαλκάνια, που παρουσιάζονται να κρατούν στα χέρια τους την εκκλησία αλλά και οι εικόνες στην ρουμανική γλώσσα στην εκκλησία του Αγίου Νικάνορα, ο διάκοσμος του οποίου αποτελεί ένα σπάνιο δείγμα εκκλησιαστικού μπαρόκ. Αποδείξεις, λοιπόν, για γενιές ανθρώπων οι οποίοι μετέφεραν στις νέες πατρίδες τους στάσεις ζωής αλλά επιστρέφοντας έφεραν νέες αντιλήψεις και συνήθειες.   

Εικόνα 1: Εμπορικός Οίκος «Ερμής» στην Κωνσταντινούπολη  των αδερφών Κάτανου. Στο κέντρο της φωτογραφίας στη δεύτερη σειρά από κάτω διακρίνονται τα δυο αδέρφια ενώ περιτριγυρίζονται από το σύνολο του προσωπικού. Αρχείο: Οικογένειας Βασιλική Γραμμένου-Δακουρά

Όλοι μεγαλώσαμε με ιστορίες συγγενών που καζάντησαν στα ξένα, όλοι διαμορφώσαμε μια επιμέρους ταυτότητα (παρά την προσωπικές ιδεολογίες και στάσεις ζωής) με τον συλλογικό μύθο «να πάρουμε την Πόλη» και τα εθνικά σύνορα « να γυρίσουν στην κόκκινη μηλιά». Γιατι; Γιατί μας μεγάλωσαν σοφοί παππούδες και γιαγιάδες με πραγματικά παραμύθια και ιστορίες. Είμαστε αυτοί που έζησαν σε πόλεις μακριά από την πατρίδα αλλά εκεί που χτυπούσε η καρδιά του ελληνισμού. Είμαστε Ερατυραίοι! Άνθρωποι που στο αίμα τους έχουν την περιπέτεια, άνθρωποι νοικοκυραίοι, άνθρωποι χωρατατζήδες, άνθρωποι που θα σου ανοίξουν το σπίτι και την καρδιά τους. Άνθρωποι που αγαπούν τον τόπο τους και θυσιάζονται γι’ αυτόν. Μπορεί οι καιροί να άλλαξαν αλλά οι αξίες μας όχι!

Εικόνα 2. Μέρος της αγιογράφησης της τοιχοποιΐας της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου.

 

Η καταγραφή των ερατυραίων απόδημων στις χώρες του εξωτερικού που ακολουθεί ξεκινά από το 1650 και φτάνει μέχρι και το 1890 οπότε και σταδιακά αρχίζει η παρακμή των ελληνικών κοινοτήτων. Η κυριότερη αιτία θεωρείτε ο μαρασμός του εμπορίου με αποτέλεσμα την μείωση των εμπορικών δραστηριοτήτων και το κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων. Οι απόδημοι που καταγράφονται δεν ασχολήθηκαν μόνο με το εμπόριο αλλά και με διάφορες άλλες δραστηριότητες ή κατέλαβαν δημόσιες θέσεις και αξιώματα.

  • Αδαμίδης Αδάμ έζησε στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας διετέλεσε αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Έθνος» του Βουκουρεστίου, γραμματέας της ελληνικής κοινότητας και δάσκαλος στο ελληνικό σχολείο του Βουκουρεστίου.
  • Αδάμου Μιχαήλ φαίνεται να κατοικεί στο Βελιγράδι κατά το έτος 1826.
  • Αθανασίου Γεώργιος έζησε στο Σεμλίνο της Σερβίας κατά τα έτη 1793-1799 όπου πρωτοστάτησε στην ίδρυση της ελληνικής σχολικής αδελφότητας της πόλης.
  • Αλμπάνοβιτς Παναγιώτης φαίνεται να κατοικεί στο Βελιγράδι το έτος 1845.
  • Αναστασιάδης Ιωάννης γεννήθηκε στην Εράτυρα το 1882 όμως σε νεαρή ηλικία πήγε στο Βουκουρέστι όπου σπούδασε ιατρική και έγινε αξιωματικός του ρουμανικού στρατού. Ο γιος του Αλέξανδρος επίσης ιατρός φαίνεται να αλληλογραφεί με το Κοινοτικό Συμβούλιο της γενέτειράς του μέχρι και το 1951.
  • Γεωργιάδης Δημήτριος, η οικογένεια Γεωργιάδη εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο. Ο Δημήτριος Γεωργιάδης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους ευεργέτες της Εράτυρας διότι από το 1873 έως και το 1903 έστειλε από το Βουκουρέστι 40.000 χρυσές δραχμές και 600 χρυσά ναπολεόνια από τους τόκους των οποίων πληρωνόταν οι δάσκαλοι των σχολείων της γενέτειράς του.
  • Γραμμένος, η οικογένεια Γραμμένου εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου διατηρούσαν κατάστημα τροφίμων.
  • Δέλιας Παναγιώτης εγκαταστάθηκε στην Σερβία και ασχολήθηκε με το εμπόριο δημιουργώντας τον μεγάλο εμπορικό οίκο « Παναγιώτου Δέλλια και Σια». Σε όλη τη διάρκεια του 1900 έκανε σημαντικές δωρεές στα σχολεία της Εράτυρας και στην διαθήκη του άφησε σε αυτά 50 χρυσά φλουριά. Το 1883 και νωρίτερα το 1868 ο πατέρας του Γεώργιος Δέλιας διετέλεσαν δημογέροντες του χωριού.
  • Δούκα, η οικογένεια Δούκα εγκαταστάθηκε στην Σερβία χωρίς να γνωρίζουμε περισσότερες λεπτομέρειες.
  • Ζιώγας Μιχαήλ φαίνεται να κατοικεί στο Βελιγράδι κατά το έτος 1845.
  • Ζωγράφου, η οικογένεια αυτή ήταν από τις πιο γνωστές οικογένειες καλλιτεχνών – Ζωγράφων όπου φιλοτέχνησαν αρκετές εκκλησίες, εικόνες και διακόσμησαν αρχοντόσπιτα τόσο στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας όσο και σε γειτονικές χώρες όπως στην Αλβανία και την Τουρκία.
  • Ιωάννου Παύλος εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο και αποτέλεσε ευεργέτης της Εράτυρας στέλνοντας πριν το 1900 1.180 χρυσές δραχμές για τα σχολεία και 1.326 δραχμές για τον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου.
  • Καραμήτσιου, διάφορα μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και στο Σεμλίνο όπου ασχολήθηκαν με το εμπόριο. Στην γενέτειρά τους έκαναν διάφορες δωρεές στα εκπαιδευτήρια.
  • Κάτανος, μέλη της οικογένειας ξενιτεύτηκαν στην Βλαχία και την Κωνσταντινούπολη όπου ασχολήθηκαν με το εμπόριο. Ο Ιωάννης Κάτανος διατηρούσε 20 καταστήματα γενικού εμπορίου τροφίμων στην Κωνσταντινούπολη από τα οποία τροφοδοτούσε με προϊόντα αρκετές κοντινές αγορές της Ανατολής (προφορική μαρτυρία απογόνων της οικογένειας). Με ευεργεσίες βοήθησαν τα σχολεία και τις εκκλησίες της γενέτειρας.
  • Κατσάνος Γεώργιος σε νεαρή ηλικία ξενιτεύτηκε στην Αυστροουγγαρία όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο. Με δαπάνες του ιδίου πραγματοποιήθηκε η υδροδότηση του χωριού αφού μεταφέρθηκε το νερό με πήλινους σωλήνες σε υπαίθριες βρύσες με τρεχούμενο νερό (πηγάδια).
  • Κατσίκας, πολλά μέλη της οικογένειας ξενιτεύτηκαν στην Σερβία και ασχολήθηκαν με το εμπόριο. Ο Στέργιος Κατσίκας γνωστός κυρατζής στις αγορές της Σερβίας το 1890. Ο Κώστας Κατσίκας γεννήθηκε στην Εράτυρα το 1850, όμως σε νεαρή ηλικία εγκαταστάθηκε στην Σερβία όπου έγινε μέτοχος στην γνωστή εταιρία εμπορίας δερμάτων « Παναγιώτης Δέλιας και υιοί». Ακόμη χρημάτισε Διευθυντής στην Τράπεζα της Νίσσας, εκεί πέθανε το 1918 άτεκνος και στην διαθήκη του όρισε να περιέλθει όλη του η περιουσία στην Κοινότητα Εράτυρας με σκοπό να πραγματοποιηθούν κοινοτικά έργα. Τέλος, ο ίδιος είχε δωρίσει ένα ρολόι για το παλιό καμπαναριό του Αγίου Γεωργίου το οποίο ανατινάχτηκε το έτος 1948.
  • Κωνσταντίνου, μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Ρουμανία και ασχολήθηκαν με το εμπόριο.
  • Κωτούλας, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Ρουμανία και ασχολήθηκαν με το εμπόριο. Ο Λουκάς Κωτούλας το 1870 έστειλε από την Ρουμανία χρήματα με τα οποία κτίστηκε το Ελληνικό Σχολείο και το Παρθεναγωγείο της Εράτυρας και τα προικοδότησε με 160 λίρες Αγγλίας το χρόνο με σκοπό την συντήρησή τους. Ο ίδιος με τον αδερφό του Θωμά Κωτούλα το 1880 διέθεσαν 25000 γρόσια και επιχρύσωσαν το τέμπλο του Αγίου Γεωργίου. Ο Θωμάς Κωτούλας δώρισε 500 χρυσές λίρες με τις οποίες είχε κτιστεί το παλιό καμπαναριό το Ιερού ναού Αγίου Γεωργίου.
  • Λαζαρίδης, τα μέλη της οικογένειας ασχολήθηκαν με το εμπόριο αφού είχαν εγκατασταθεί στην Σερβία. Η παρουσία της οικογένειας στην Σερβία εντοπίζεται από το 1700 μέχρι και το 1900 όπου στα τέλη του 19ου αιώνα ο Τριαντάφυλλος Λαζαρίδης φαίνεται να διατηρεί στο Βελιγράδι τον εμπορικό οίκο της οικογένειας. Το 1732 έχτισαν στην Εράτυρα ένα αρχοντικό με εξαιρετικό διάκοσμο.
  • Λάτσκος Νικόλαος γνωστός εργολάβος και αρχιμάστορας της Κωνσταντινούπολης. Στην Εράτυρα έκτισε αρχοντικό με υπέροχο διάκοσμο.
  • Μάρκου πολλά μέλη της οικογένειας ασχολήθηκαν με το εμπόριο στην Κωνσταντινούπολη και το 1901 έκτισαν ένα αρχοντικό στην γενέτειρα τους.
  • Μήλιου, πολλά μέλη της οικογένειας ασχολήθηκαν με το εμπόριο και με επιχειρηματικές δραστηριότητες σε χώρες των Βαλκανίων. Ο Αθανάσιος Μήλιος διατηρούσε κέντρο διασκέδασης στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας (προφορική μαρτυρία). Ενώ οι γιοι του Χρήστου Μήλιου το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα διατηρούσαν μεγάλο εμπορικό οίκο δερμάτων στο Βελιγράδι. Ο Γεώργιος και η Βικτώρια Μήλιου αποτελούν μεγάλοι ευεργέτες της Εράτυρας οι οποίοι αγόρασαν το αρχοντικό του Κωτούλα το 1912 και το δώρισαν στην Κοινότητα για να χρησιμοποιηθεί ως σχολείο.
  • Μουσλής Δημήτριος εγκαταστάθηκε στην Ρουμανία και ασχολήθηκε με το εμπόριο. Το 1895 με δαπάνες του ιδίου επιδιορθώθηκε ο ναός του Αγίου Νικάνορα.
  • Ναούμ Γεώργιος και Αλέξανδρος γεννήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη το 1850 και το 1857, ο πρώτος διέπρεψε ως τραπεζίτης ενώ δεύτερος ως διπλωμάτης και Πρέσβυς στην Ρουμανία.
  • Νικολαΐδης η οικογένεια είχε εγκατασταθεί στην Ρουμανία όπου ο Ιωάννης Νικολαΐδης σπούδασε Φαρμακευτική. Αργότερα, εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου διατηρούσε φαρμακείο στην περιοχή του Γαλατά. Πέθανε το 1903 αφήνοντας 30995 χρυσές δραχμές ως κληροδότημα στην Κοινότητα Εράτυρας με σκοπό από τους τόκους να σπουδάσουν δυο νέοι της γενέτειρας του ιατρική ή φαρμακευτική. Ένα άλλο μέλος της οικογένειας ο Ευάγγελος Νικολαΐδης έζησε στην Κωνσταντινούπολη όπου απεβίωσε γύρω στο 1900 και άφησε 22.000 δραχμές στην Κοινότητα του χωριού και τα σχολεία.
  • Νοικοκύρης, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Ρουμανία όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο. Ο Ιωάννης Νοικοκύρης φαίνεται να στέλνει πριν το 1900 από το Βουκουρέστι, όπου βρισκόταν, μεγάλα ποσά στην Κοινότητα Εράτυρας για τις ανάγκες των σχολείων και των εκκλησιών. Τα αδέρφια Θεόδωρος και Αναστάσιος του Νικολάου Νοικοκύρη ήταν έμποροι εγκαταστημένοι στο Βουκουρέστι από όπου έστειλαν στην γενέτειρα τους το ποσό 25.000 δραχμών για τον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου και τρεις καμπάνες.
  • Ντελδημάδης, η οικογένεια αναχώρησε για την Αυστροουγγαρία τον 18ο αιώνα όταν ο οικισμός της Εράτυρας πέρασε στην κατοχή του Αλή – Πασά.
  • Οικονόμου Γεώργιος φαίνεται να κατοικεί στο Βελιγράδι κατά το έτος 1826.
  • Παπαγεωργίου, μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Ρουμανία τον 19ο αιώνα ενώ στην γενέτειρα τους έκτισαν ένα αρχοντικό με εξαιρετική διακόσμηση.
  • Παπαθεόδωρος, μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη όπου ασχολήθηκαν με το εμπόριο, στην Εράτυρα έκτισαν ένα αρχοντικό με πλούσιο διάκοσμο δείγμα της οικονομικής ευρωστίας τους.
  • Σβάρνας Νούμτσιος από τους σημαντικότερους κυρατζήδες της Εράτυρας από το 1880 έως και το 1910.
  • Σιαφάρας Γιάγκος γνωστός κυρατζής κατά τα χρόνια της μεγάλης οικονομικής άνθισης του οικισμού.
  • Σκάρπας, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας ξενιτεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και την Ρουμανία.
  • Ταχούλα, η οικογένεια ασχολήθηκε με το εμπόριο και εγκαταστάθηκε σε διάφορες πόλεις των Βαλκανίων. Ο Αντώνιος Ταχούλας εγκαταστάθηκε στο Μοναστήρι (Μπίτολα ΠΓΔΜ) και ο Κώτσιος Ταχούλας διατηρούσε καταστήματα στην Κορυτσά, στην Σμύρνη και τη Θεσσαλονίκη.
  • Τζαντζάρης, η οικογένεια διατηρούσε στην Εράτυρα βιοτεχνία επεξεργασίας βαμβακιού και κατασκεύαζε παπλώματα, στρώματα και μαξιλάρια. Σπουδαίο είναι ότι έκανε εξαγωγές τόσο σε μεγάλα εμπορικά κέντρα της Τουρκίας όσο και στις ευρωπαϊκές αγορές της Βιέννης, της Βενετίας και της Βουδαπέστης.
  • Τζήκας Γεωργούλης, γνωστός κυρατζής.
  • Τζιολίδης Ανδρέας παντρεύτηκε την κόρη του Παναγιώτη Δέλια και εγκαταστάθηκε στην Σερβία όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο δερμάτων. Γύρω στο 1900 έστειλε 50 χρυσά ναπολεόνια για την κάλυψη των αναγκών των σχολείων της Εράτυρας.
  • Τζιώτζιου, πολλά μέλη της οικογένειας ασχολήθηκαν με το εμπόριο και εγκαταστάθηκαν στο Βουκουρέστι Την αγάπη τους για την πατρίδα την έδειξαν με πολλές δωρεές στην γενέτειρα τους.
  • Τρέμας, μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και ασχολήθηκαν με το εμπόριο.
  • Τσιάπρας, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας ήταν αγωγιάτες – κυρατζήδες.
  • Τσατσιάδης, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και ασχολήθηκαν με το εμπόριο.
  • Τσιόκας Δημήτριος γνωστός έμπορος στην Κωνσταντινούπολη.
  • Τσιολέκας, πολλά μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Σερβία και συγκεκριμένα στο Βελιγράδι όπου και διέπρεψαν. Ο Νικόλαος Τσιολέκας ήταν επιτυχημένος επιχειρηματίας στο Βελιγράδι και ο Ιπποκράτης Τσιολέκας υπήρξε προσωπικός ιατρός του σέρβου βασιλιά Μίλαν Ομπρένοβιτς. Ο Δημήτριος Τσιολέκας επιχρύσωσε τον άμβωνα του Αγίου Γεωργίου.
  • Σουκαντάρης Δημήτρης μεγαλέμπορος δερμάτων ο οποίος είχε συναλλαγές με τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Κεντρικής Ευρώπης. Με δαπάνες του κτίστηκε το 1737 ο ναός του Αγίου Νικολάου.
  • Φράγκου, η οικογένεια ασχολούνταν με την γουνοποιία και διατηρούσαν βιοτεχνία στην Καστοριά, το μεγαλύτερο μέρος των γουναρικών το εμπορευόταν με την Βιέννη. Στην Εράτυρα υπήρχε το αρχοντικό τους δείγμα της οικονομική τους άνεσης.
  • Χατζηγιάννης, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας ασχολήθηκαν με το εμπόριο και εγκαταστάθηκαν στο εξωτερικό. Δείγμα της οικονομικής τους άνεσης είναι το αρχοντικό με τον πλούσιο διάκοσμο στην γενέτειρα τους.
  • Χολέβας Γιάννης γεννήθηκε το 1844 στην Εράτυρα και σε νεαρή ηλικία ξενιτεύτηκε στην Ρουμανία όπου βρισκόταν τα μεγαλύτερα αδέρφια του. Το 1886 επέστρεψε και εγκαταστάθηκε στην Λάρισα όπου διατηρούσε τραπεζικό κατάστημα.
  • Χρήστου, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Ρουμανία. Ο Γεώργιος Χρήστου ήταν μεγαλέμπορος και ο Κωνσταντίνος Χρήστου ονομαστός γιατρός του Βουκουρεστίου.

Βιβλιογραφία:

  • Βαρσαμίδης Θανάσης Ζ., Η Κοινωνική και Οικονομική Ζωή της Εράτυρας (Σέλιτσας) το 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα, Θεσσαλονίκη 1995
  • Βέλκος Γρηγόριος, Τα επώνυμα και τα βαφτιστικά ονόματα της Σέλιτσας (Εράτυρας) 1650-1940, Ελασσόνα 1998
  • Γιομπλάκη Αθανάσιου, Εράτυρα, Θεσσαλονίκη 1985
  • Νασιοπούλου Ιωάνου Π., Λαογραφικά Εράτυρας, Θεσσαλονίκη 1993
  • Παπαδριανός Αδριανός, Άγνωστοι Δυτικομακεδόνες απόδημοι στο Βελιγράδι και στην Τεργέστη στα 1826 και 1845, Εξαμηνιαίο περιοδικό Ελιμειακά, Δεκέμβριος 1999, τεύχος 43
  • Παπαδριανός Αδριανός, Νέα στοιχεία για οικογένειες Δυτικομακεδόνων στη Σερβία, Εξαμηνιαίο περιοδικό Ελιμειακά, Ιούνιος 2005, τεύχος 54